Κάποια μικρή ενόχληση, μια στιγμιαία φαγούρα στο κεφάλι, στο χέρι, στο πρόσωπο ή οπουδήποτε αλλού στο σώμα και σπεύδουμε αμέσως να ξύσουμε με τα δάχτυλά μας εκείνο το σημείο, για να βρούμε ανακούφιση. Αλλά γιατί ακριβώς τελικά αυτό μας ανακουφίζει; Τι στο καλό συμβαίνει στο σώμα;
Απάντηση στο γιατί ξυνόμαστε όταν έχουμε φαγούρα δίνει ο Mark Α. W. Andrews, καθηγητής φυσιολογίας και διευθυντής του τμήματος Independent Study Pathway στο Lake Erie College of Osteopathic Medicine:
Η φαγούρα, επίσης γνωστή και ως κνησμός, είναι μια γενική αίσθηση που προκύπτει από τον ερεθισμό των κυττάρων του δέρματος ή των νευρικών κυττάρων που σχετίζονται με το δέρμα. Αν και μπορεί να είναι ενοχλητική, η φαγούρα χρησιμεύει ως ένας σημαντικός αισθητήρας και αυτοπροστατευτικός μηχανισμός, όπως και άλλες αισθήσεις του δέρματος, όπως η αφή, ο πόνος, το ρίγος, το κρύο και η ζέστη. Μπορεί να μας ειδοποιήσει για επιβλαβείς εξωτερικούς παράγοντες, αλλά μπορεί να γίνει αφόρητη αν δεν αντιμετωπιστεί.
Ο κνησμός είναι ένα κυρίαρχο σύμπτωμα πολλών δερματικών παθήσεων και επίσης εμφανίζεται σε μερικές ασθένειες που επηρεάζουν ολόκληρο το σώμα. Η φαγούρα στην επιδερμίδα εμφανίζεται λόγω της διέγερσης των αντίστοιχων νευρικών απολήξεων (pruriceptors) μέσω μηχανικών, θερμικών ή χημικών διαβιβαστών. Αυτοί περιλαμβάνουν:
Χημικές ουσίες για ανοσοαπόκριση (ισταμίνες) και ανακούφιση πόνου (οπιοειδή)
Τα νευροπεπτίδια, τα οποία περιλαμβάνουν διαβιβαστές ρυθμίσεως του πόνου, που απελευθερώνονται εντός του εγκεφάλου, όπως οι ενδορφίνες
Οι νευροδιαβιβαστές ακετυλοχολίνη και σεροτονίνη
Οι προσταγλανδίνες, οι οποίες είναι λιπίδια που, μεταξύ άλλων, δημιουργούν την αίσθηση του πόνου στα κύτταρα του νωτιαίου μυελού
Η διέγερση από οποιονδήποτε από αυτούς τους παράγοντες σχετίζεται τυπικά με φλεγμονή, ξηρότητα ή άλλη βλάβη στο δέρμα, τους βλεννογόνους ή τον επιπεφυκότα του οφθαλμού.
Σε γενικές γραμμές, η φαγούρα (κνησμός) περιλαμβάνει την ενεργοποίηση των πτερυγίων ορισμένων ειδικών νευρικών κυττάρων που ανήκουν στην ομάδα των ινών-C. Αυτές οι ίνες-C είναι πανομοιότυπες με εκείνες που σχετίζονται με την αίσθηση του πόνου, αλλά είναι λειτουργικά διακριτές, μεταφέρουν μόνο την αίσθηση κνησμού και αποτελούν περίπου το 5% των συνολικών ινών-C στο ανθρώπινο δέρμα.
Όταν διεγείρονται επιφανειακά πάνω στο δέρμα, αυτές οι ίνες-C μεταφέρουν σήματα κατά μήκος του νεύρου στο νωτιαίο μυελό και στον εγκέφαλο, όπου αυτά υφίστανται επεξεργασία, δημιουργώντας μια αντανακλαστική απόκριση ξυσίματος, ή τριβής. Το ξύσιμο και το τρίψιμο παρεμβάλλονται στη συνέχεια στις αισθήσεις που προκύπτουν από τις αντίστοιχες νευρικές απολήξεις (pruriceptors), διεγείροντας διάφορους πόνους και αγγίζοντας τους υποδοχείς στις ίδιες περιοχές.
Αν και είναι αποτελεσματικό για την ανακούφιση από την φαγούρα, το ξύσιμο προσφέρει μόνο προσωρινή ανακούφιση, ενώ μπορεί να προκαλέσει περαιτέρω ερεθισμό του δέρματος και ενδεχομένως μικροεκδορές, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε μόλυνση.
Παρά τον περίπου έναν αιώνα έρευνας επάνω στην φαγούρα και τον κνησμό, δεν υπάρχει καμία ενιαία αποτελεσματική θεραπεία στον ερεθισμό των εν λόγω νευρικών απολήξεων (pruriceptors), αλλά υπάρχουν αρκετά φαρμακευτικά σκευάσματα που καταστέλλουν τον κνησμό σε ορισμένες περιπτώσεις. Αυτά τα φάρμακα περιλαμβάνουν αλοιφές (όπως καλαμίνη και υδροκορτιζόνη), αντιισταμινικά, ανταγωνιστές οπιοειδών, ασπιρίνη και θεραπεία με υπεριώδες φως.