στον Μαραθώνα, γόνος επιφανούς και εύπορης οικογένειας. Μαθητής φημισμένων δασκάλων της εποχής, σταδιοδρόμησε με τη σειρά του ως ρητοροδιδάσκαλος, φιλόσοφος αλλά και ως πολιτικός.
Ο παππούς του Ίππαρχος προσπάθησε ανεπιτυχώς να γίνει τύραννος της Αθήνας, με αποτέλεσμα να δημευθεί η περιουσία του. Αργότερα, ο πατέρας του Ηρώδη, ανακάλυψε σε ένα πηγάδι στο σπίτι τους ένα θησαυρό, τον οποίο ο αυτοκράτωρ Νερούας του επέτρεψε να τον διαχειριστεί, όπως αυτός ήθελε. Στη συνέχεια, ανέλαβε αξιώματα υπάτου αλλά και συγκλητικού στην πόλη της Ρώμης
Γνώστης της ρητορικής τέχνης και των φιλοσοφικών ιδεών σταδιοδρόμησε στην Αθήνα και σε άλλες πόλεις της ανατολικής Μεσογείου. Για το λόγο αυτό θεωρείται ένας από τους κυριότερους εκπροσώπους της δεύτερης σοφιστικής. Κύριο μέλημά του υπήρξε η διατήρηση της σύνδεσης μεταξύ ρητορικής και σοφιστικής. Υπήρξε ικανός και επιδέξιος χειριστής της αττικής και από τους πιο ένθερμους θιασώτες του καθαρού αττικιστικού ύφους. Η συγγραφική του δραστηριότητα ήταν έντονη και περιελάμβανε: επιδεικτικούς λόγους, διατριβές, ημερολόγια, επιστολές και συλλογές όπως απανθίσματα και διάφορες σημειώσεις. Από τα συγγράμματά του διασώζεται μόνον ένας λόγος «Περί Πολιτείας», η γνησιότητα του οποίου αμφισβητείται. Προσανατολισμένος στον καθαρό αττικισμό και τα πρότυπα του παρελθόντος, θαυμάστηκε για το συγγραφικό του ύφος και χαρακτηρίστηκε «βασιλεύς λόγων».
Η αμέσως επόμενη γενιά φιλοσόφων όπως ο Αίλιος Αριστείδης, ο Αδριανός από την Τύρο, ο Αριστοκλής από την Πέργαμο, ο Χρήστος από το Βυζάντιο, ο Παυσανίας από την Καισάρεια, ο Πτολεμαίος από τη Ναύκρατη, ο Ρούφος από την Πέρινθο και από τους Ρωμαίους ο Aulus Gellius θαύμαζε το έργο του και επηρεάστηκε άμεσα από τη διδασκαλία του. Έλληνες απ’ όλες τις πόλεις της Μεσογείου έφθαναν στην Αθήνα για να διδαχθούν από τον Ηρώδη.
Ο θαυμασμός και η εκτίμηση των μαθητών του Ηρώδη φαίνεται μέσα από όσα διασώζει ο Φιλόστρατος. Επί παραδείγματι, ο Αλέξανδρος από τη Σελευκεία υποστήριζε ότι: «ω Ηρώδη, τεμάχιόν σου εσμέν οι σοφισταί πάντες». Ο Ανδριανός από την Τύρο, όταν ρωτήθηκε γιατί δε μιμήθηκε το ύφος του Ηρώδη σε μία παρουσίαση των καλύτερων σοφιστών απήντησε πως: «ουτοι μέν οιοι καί μεθύοντι παραδουναι μίμησιν, Ηρώδην δέ τόν βασιλέα των λόγων αγαπητόν ήν άοινός τε καί νήφων υποκρίνωμαι». Τέλος, ο Ρούφος από την Πέρινθο αισθανόταν μεγάλη υπερηφάνεια που χρημάτισε μαθητής του Ηρώδη αποκαλώντας τον: «δεσπότην τε αυτόν καλων καί Ελλήνων γλωτταν και λόγων βασιλέα καί πολλά τοιαυτα».
Τα χαρίσματα του Ηρώδη σε συνδυασμό με τις ικανότητές του στη ρητορική και τη φιλοσοφία του προσέδωσαν ιδιαίτερο κύρος. Στο χώρο της πολιτικής ο Ηρώδης ανέλαβε ανώτατα αξιώματα στην Αθήνα και στη Μικρά Ασία. Το 125 μ.Χ. τοποθετείται από τον αυτοκράτορα Αδριανό έπαρχος των ελεύθερων πόλεων της Μικράς Ασίας, όπου μάλιστα επαινέθηκε για τη χρηστή διοίκηση που άσκησε και την ανακατασκευή των λουτρών της Τρωάδας από τον ίδιο τον αυτοκράτορα.
Το 140 μ.Χ. εκλέγεται επώνυμος άρχων στην πόλη της Αθήνας και διοργανωτής των Πανελληνίων. Τιμήθηκε μάλιστα από τους συμπολίτες του με στέφανο για την επιτυχή διοργάνωση των Παναθηναίων. Έπειτα, θα προσκληθεί από το Ρωμαίο αυτοκράτορα Αντωνίνο τον Ευσεβή για να αναλάβει τη διαπαιδαγώγηση των νεαρών διαδόχων Μάρκου Αυρήλιου και Λουκίου Βέρου. Τέλος, ως αναγνώριση της φιλίας και της ευμένειας του αυτοκράτορα προς το πρόσωπό του διορίζεται ύπατος το 143 μ.Χ.
Μέρος του πλούτου του ο Ηρώδης το διέθεσε για να σιτίζει τους μαθητές του, λειτουργώντας ως Μαικήνας της πόλης των Αθηνών. Επίσης, διέθεσε μεγάλο μέρος του πλούτου του για την οικοδόμηση ναών και κτηρίων, την προσφορά αγαλμάτων και τη διοργάνωση αγώνων. Οι προσφορές του συναντώνται σε πολλές πόλεις της Ελλάδας αλλά και της ευρύτερης λεκάνης της Μεσογείου.
HRODEIOΑρχικά, μεγάλο μέρος της περιουσίας του το διέθεσε για να λαμπρύνει την πόλη των Αθηνών. Όταν ανέλαβε τη διοργάνωση των Παναθηναίων, τέλεσε τη γιορτή με ιδιαίτερη λαμπρότητα και πολυτέλεια. Το ομοίωμα πλοίου που έσερναν τα υποζύγια αντικαταστάθηκε με πραγματικό πλοίο το οποίο κινούνταν από έναν αφανή μηχανισμό. Στο πλοίο είχε τοποθετηθεί επιδέξια το πέπλο της θεάς, το οποίο ένεκα της κίνησης ανέμιζε προξενώντας θαυμασμό στους θεατές. Επίσης, μετεβλήθη και η ενδυμασία των εφήβων οι οποίοι φόρεσαν λευκούς χιτώνες αντί των μελανών που συνηθίζονταν μέχρι τότε. Για τη λειτουργία του αυτή οι Αθηναίοι τον τίμησαν με στεφάνι.
Τότε, ο Αττικός τους υποσχέθηκε ότι την επόμενη φορά θα τους υποδέχονταν σε στάδιο κατασκευασμένο από λευκό μάρμαρο. Πράγματι, εντός τεσσάρων ετών (140 – 144 μ.Χ.) ανακαινίζεται το Παναθηναϊκό στάδιο. Το νέο στάδιο είχε μήκος στίβου 204,07 μ. και πλάτος 33,35 μ. και ήταν πεταλόσχημο. Η χωρητικότητά του ανερχόταν στους 50.000 θεατές. Ανάμεσα στις κερκίδες υπήρχαν κτιστές κλίμακες. Στην πρόσοψη και στη σφενδόνη υπήρχαν στοές. Μάλιστα, οι Αθηναίοι πικραμένοι από το γεγονός πως δεν κληρονόμησαν τίποτα από την περιουσία του πατέρα του, απεναντίας μάλιστα πολλοί του κατέβαλαν και αποζημιώσεις, υποστήριζαν πως δίκαια το στάδιο ονομάστηκε Παναθηναϊκό, διότι κατασκευάστηκε από όσα στερήθηκαν οι Αθηναίοι.
Κατέλαβε πλήθος αξιωμάτων – του αγορανόμου, αυτοκρατορικού επιτρόπου, ίππαρχου κ.α. -, ενώ το έτος 143 κλήθηκε στη Ρώμη ως ύπατος και παιδαγωγός των διαδόχων του θρόνου του Μάρκου Αυρήλιου και Λεύκιου Βέρου. Η μεγάλη περιουσία του, σε συνδυασμό με τις καλλιτεχνικές του κλίσεις και την υψηλή του πνευματικότητα, τον διευκόλυνε να εφαρμόσει αρχιτεκτονική πολιτική, την οποία μαρτυρούν το πλήθος των μνημείων και των δημόσιων κτηρίων που κατασκεύασε στην Αθήνα, τον Μαραθώνα, την Κόρινθο, την Αλεξάνδρεια, τους Δελφούς και αλλού, με πιο φημισμένα από αυτά το Παναθηναϊκό Στάδιο και το Ωδείο που φέρει το όνομά του στην Αθήνα, το οποίο κτίστηκε πάνω στα ερείπια του προηγούμενου που είχε καταστραφεί το 15 π.Χ. Ήταν ένα στεγασμένο οικοδόμημα με οροφή από ξύλο κέδρου. Διέθετε 32 σειρές από μαρμάρινες κερκίδες και η χωρητικότητά του υπολογίζεται στους 5000 θεατές. Η ορχήστρα είχε ημικυκλικό σχήμα και κατασκευάστηκε κατά τα πρότυπα των ρωμαϊκών θεάτρων της εποχής. Στο βάθος της σκηνής τοποθετούνταν υπερυψωμένο το σκηνικό οικοδόμημα, το οποίο διέθετε τρεις ορόφους, δύο εκ των οποίων σώζονται μέχρι σήμερα.
Παντρεύτηκε την Ρωμαία Άννια Ρήγιλλα, για το θάνατο της οποίας οι αντίπαλοί του τού απέδωσαν ευθύνες. Κατηγορήθηκε ότι δολοφόνησε την οκτώ μηνών έγκυο γυναίκα του Ρήγιλλα (στη μνήμη της αφιέρωσε το Ηρώδειο) από την οποία απέκτησε πέντε παιδιά, τα τέσσερα από τα οποία πέθαναν πριν από τον ίδιο. Επέζησε μόνο ένας, ο Βραδούας, τον οποίο ο Ηρώδης δεν συμπαθούσε γιατί είχε δυσκολία στη γραφή και ανάγνωση. Για να του μάθει την αλφάβητο, έφερε στο σπίτι 24 παιδιά που το όνομά τους άρχιζε από ένα γράμμα της αλφαβήτου. Οταν έχασε δύο γιους σε βρεφική ηλικία, υιοθέτησε τρία από αυτά τα αγόρια («τρόφιμους») και τα μεγάλωσε σαν παιδιά του. Αλλά κι αυτά πέθαναν πριν ενηλικιωθούν. «Η σύγχρονη έρευνα υποθέτει ότι οι σχέσεις του Ηρώδη προς τα παιδιά αυτά δεν ήταν αμιγώς πατρικές, αλλά θυμίζουν περισσότερο το πάθος του Σωκράτη για τους νεαρούς μαθητές του, καθώς ο Ηρώδης τούς τίμησε με αγάλματα, επιγράμματα που φανερώνουν βαθιά αφοσίωση και φιλία».
Οι Αθηναίοι τον κατηγόρησαν για τυραννία, γιατί υποψιάστηκαν ότι συνωμοτούσε εναντίον του αυτοκράτορα Μάρκου Αυρηλίου.Ωστόσο, όταν δικάστηκε από τον ίδιο τον αυτοκράτορα στη Σερβία όπου ήταν σε εκστρατεία, αθωώθηκε πανηγυρικά. Κι όταν επέστρεψε στην Αθήνα, έτυχε θριαμβευτικής υποδοχής στην Ελευσίνα όπου αποβιβάστηκε. Την επόμενη χρονιά επισκέφθηκε την Ελευσίνα ο Μάρκος Αυρήλιος με το γιο του Κόμμοδο και μυήθηκε στα Ελευσίνια Μυστήρια. Με ποιον μυσταγωγό; Ποιον άλλον, από τον Ηρώδη!
Ο Ηρώδης πέθανε το 178 στον Μαραθώνα και τάφηκε στην Αθήνα.
Εν κατακλείδι, ο Ηρώδης Αττικός υπήρξε ένας από τους πιο επιφανείς πολίτες της αρχαιότητας. Ασχολήθηκε, επιδεικνύοντας ιδιαίτερη επιδεξιότητα, με τη ρητορική, τη φιλοσοφία και την πολιτική. Η ευγλωττία του σε συνδυασμό με τη ρητορική του δεινότητα και την εγκράτεια των λόγων του τον διέκριναν από τους ομοτέχνους του. Οι σημαντικές φιλίες που συνήψε και οι ισχυρές διασυνδέσεις του με την αυτοκρατορική οικογένεια του εξασφάλισαν κύρος και του προσέδωσαν αίγλη. Ήταν δε ικανές να τον προστατέψουν από τις κατηγορίες για τη δολοφονία της συζύγου του και να τον αθωώσουν, παρά τις έντονες υποψίες που υπήρχαν.
Η προσωπικότητά του δεν έπαψε να απασχολεί καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του έχοντας πιστούς υποστηρικτές και φανατικούς πολέμιους. Επιπροσθέτως, κατάφερε να χρησιμοποιήσει με επιδεξιότητα τον πλούτο που κληρονόμησε από τους γονείς του άλλοτε για να εξευμενίσει το μένος του αθηναϊκού λαού εναντίον του και άλλοτε για να ικανοποιήσει τις δικές του φιλοδοξίες. Είναι γεγονός πως τα οικοδομήματά αναζωογόνησαν πολλά από τα ιερά κέντρα της αρχαιότητας, προσδίδοντάς τους ιδιαίτερη λάμψη. Η διαχείριση αυτή του πλούτου του τον κατατάσσει στους συστηματικούς ευεργέτες της αρχαιότητας στο λυκόφως του αρχαίου ελληνικού κόσμου.
Πηγή