Ο κίνδυνος υποχωρεί μετά την παρέλευση του εξαώρου, όμως η κατ' επανάληψη και παρατεταμένη έκθεση σε καυσαέρια δημιουργεί πρόβλημα στην καρδιά και γενικότερα στην υγεία, μειώνοντας το προσδόκιμο ζωής. Γι' αυτό οι ερευνητές συστήνουν να αποφεύγει κανείς, όσο μπορεί, να εκτίθεται σε αυτά, ιδίως αν έχει ήδη πρόβλημα καρδιάς.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον επιδημιολόγο Κρίσναν Μπασκαράν της Σχολής Υγιεινής και Τροπικής Ιατρικής του Λονδίνου, που δημοσίευσαν τη σχετική μελέτη στο βρετανικό ιατρικό περιοδικό British Medical Journal, σύμφωνα με το BBC και τον "Γκάρντιαν", μελέτησαν το ιστορικό σχεδόν 80.000 ατόμων που είχαν υποστεί έμφραγμα, συσχετίζοντάς τα με στοιχεία για μόλυνση της ατμόσφαιρας. Διαπίστωσαν, έτσι, ότι τα υψηλότερα επίπεδα μόλυνσης του αέρα συνδέονταν με την εκδήλωση εμφράγματος για χρονικό διάστημα έως έξι ώρες μετά την έκθεση στους ρύπους της ατμόσφαιρας, ενώ στη συνέχεια ο κίνδυνος υποχωρούσε.
Οι επιστήμονες πιθανολογούν ότι τα καυσαέρια (κυρίως τα εκπεμπόμενα σωματίδια και το διοξείδιο του αζώτου) κάνουν πιο "πυκνό" το αίμα και έτσι αυξάνουν την πιθανότητα θρόμβωσης. Γι' αυτό, συστήνουν να αποφεύγει κανείς να βρίσκεται πολλή ώρα σε δρόμους με μεγάλη κυκλοφορία, ενώ η διαβίωση κοντά σε τέτοιους δρόμους επιβαρύνει την υγεία των κατοίκων.
Πάντως οι ερευνητές διευκρίνισαν ότι η ρύπανση του αέρα δεν αποτελεί σημαντικό παράγοντα για τα εμφράγματα, αφού η έκθεση σε μέτρια ρύπανση αντί για μικρή ρύπανση αυξάνει τον κίνδυνο εμφράγματος μόνο κατά 5%. «Φαίνεται σαν η μόλυνση να επιταχύνει κατά λίγες ώρες ένα έμφραγμα που πιθανώς θα είχε συμβεί ούτως ή άλλως», είπε ο Μπασκαράν, ο οποίος όμως πρόσθεσε ότι η χρόνια έκθεση σε μολυσμένη από τα καυσαέρια ατμόσφαιρα είναι επικίνδυνη για την υγεία.