μαζί του θε να πάρει και μένανε κι εσένα!
Θα μπορούσε έτσι να είχε γραφτεί το πασίγνωστο ρεφρέν του Τσιτσάνη.
Τότε που η Ελλάδα ήταν το... Πακιστάν του κόσμου, καθώς ο κόσμος είχε γεμίσει Έλληνες, σε όλες τις μεγάλες πόλεις της Ευρώπης, της Αμερικής και της Αυστραλίας υπήρχαν πολυπληθείς ελληνικές παροικίες, γεμάτες από Έλληνες κάθε ηλικίας που άφηναν πίσω τους τη λατρεμένη χώρα, όπου ζούσαν ξυπόλητοι και πεινασμένοι για να πάνε να ζήσουν το αμερικανικό όνειρο, το γερμανικό, το αυστραλέζικο...
Και να που η ιστορία κύκλους κάνει και είμαστε ξανά στα ίδια... ίσως και χειρότερα.
Γιατί τώρα δεν υπάρχει και ελπίδα!
Κι αυτοί ακόμη που φεύγουν, πάνε σε χώρες που στην καλύτερη περίπτωση είναι σε καθεστώς λιτότητας, στη χειρότερη είναι στο χείλος της οικονομικής επιτήρησης και του ΔΝΤ.
Και μάλιστα τώρα φεύγει ως επί το πλείστον το ειδικευμένο εργατικό δυναμικό, το επιστημονικό, πράγμα που αποτελεί τεράστια ζημιά στα θεμέλια της όποιας ενδεχόμενης αναδιοργάνωσης του έρμου του Κράτους μας.
Χωρίς επιστημονικό προσωπικό, πώς θα βγει η χώρα στους δρόμους της ανάπτυξης σε ενδεχόμενο αλλαγής των πολιτικών και οικονομικών δεδομένων;
Απαραίτητοι οι εργάτες, οι αγρότες, οι οικοδόμοι, οι ηλεκτρολόγοι....
...αλλά χωρίς πολιτικούς μηχανικούς, χωρίς δασκάλους, χωρίς γιατρούς, χωρίς αρχιτέκτονες, χωρίς νομικούς, χωρίς οικονομολόγους πώς θα σχεδιαστεί το αύριο ή το... μεθαύριο της χώρας;
Αυτή η αφαίμαξη ανθρώπινου δυναμικού της Ελλάδα αγγίζει τα όρια της γενοκτονίας.
Μια γενιά "εκκαθαρίζεται" με Κεμαλικές μεθόδους, χορεύει τον εργασιακό χορό του Ζαλόγγου και εξαναγκάζεται σε άτακτη φυγή από την έξοδο κινδύνου.
Για αυτή τη Γενοκτονία θα λογοδοτήσουν μια μέρα οι υπεύθυνοι.
Δεν μπορείς να ρουφάς έτσι εύκολα το αίμα μιας χώρας και εσύ να κάθεσαι ήσυχος στα γραφεία και στα πάνελ και να μου το παίζεις ειδήμων και φιλεύσπλαχνος που αναγκάστηκε να σκοτώσει "τα παιδιά του" (της χώρας εννοείται) για χάρη μιας αόρατης, ακατανόητης και ψευδούς "σωτηρίας".
Και ερχόμαστε να ζήσουμε τη ζωή που ζουν εδώ και χρόνια οι μετανάστες στη χώρα μας, που κι αυτοί αγαπούσαν στη χώρα τους, αλλά η ανάγκη της επιβίωσης τους έφερε ξυπόλητους στα μέρη μας να δουλέψουν για ένα κομμάτι ψωμί.
Και εμείς τους υποδεχτήκαμε με σκεπτικισμό και κατανόηση, μετά όμως τους κατηγορήσαμε για όλα τα δεινά του κόσμου.
Τώρα ήρθε η ώρα να έρθουμε στη θέση τους και να δούμε τελικά πόσο απέχει η αξιοπρέπεια από την ταπείνωση: μόλις ένα πιάτο φαΐ!
Ελπίζω να μείνουν -όσοι περισσότεροι γίνεται- Έλληνες εδώ για να παλέψουμε όλοι μαζί για την ανοικοδόμηση της χώρας.
Μας χρωστάει πολλά, αλλά και της χρωστάμε κιόλας.
Της χρωστάμε όλα όσα είμαστε.
Μπορεί να μη μας προσέφερε ποτέ αυτά που περιμέναμε, ως προς τη δουλειά, τα χρήματα, τις παροχές του Κράτους κλπ, αλλά αυτή η χώρα δημιούργησε εμάς και έχουμε χρέος να την κρατήσουμε ψηλά.
Να την κρατήσουμε για να μας κρατήσει!
Όσοι φεύγουν, είμαι βέβαιος ότι θα εκπροσωπήσουν τη χώρα μας και το λαό μας όσο καλύτερα γίνεται, ότι θα πετύχουν σε μεγάλο βαθμό στις επιδιώξεις τους και ότι θα είναι σύντομα κοντά μας, κοντά στους ανθρώπους που τους αγαπούν και στον τόπο που μεγάλωσαν.
Γιατί μπορεί να είμαστε ό,τι σκατά είμαστε τελοσπάντων σαν λαός, αλλά οι πλάτες μας είναι πιο γυμνασμένες από τους περισσ΄τοερους λαούς, γιατί γεννηθήκαμε κουβαλώντας βαρύ φορτίο!
Στην Αμερική, στην Αυστραλία, στη Γερμανία, στη Σουηδία, στον Καναδά, στον Παναμά, στη Δανία... Ελλάδα σαν αγριόχορτο θα φυτρώσεις και εκεί!
------------------------------------------------------------------------------------------------------
Ένα από τα ομορφότερα τραγούδια των τελευταίων ετών, από τον εκπληκτικό Θανάση Παπακωνσταντίνου, εμπνευσμένο από τους Σμυρνιούς που μετανάστευσαν στην Αμερική "τα χρόνια τα παλιά", που όμως αγγίζει τον κάθε μετανάστη.
Στην Αμερική
Ο τόπος που μεγάλωσα κρυφό παράπονο έχει,
που η θάλασσα δε δέχτηκε το χώμα του να βρέχει.
Παρ' όλα αυτά, του ωκεανού, ξέρω, το μαύρο κύμα
σε πάει ίσα στο βυθό σε πάει και στην Κίνα.
Α! και στην Αμερική
μαζί με τη Μαρίκα, το Δούσια, τον Κωστή.
Τους βλέπω μπρος στα μάτια μου μες το παλιό βαπόρι
σα στρείδια στο κατάστρωμα οι μετανάστες όλοι.
Βουβές γυναίκες, άλαλες που δύναμη αναβλύζουν,
παιδάκια που δε νοιώθουνε το δρόμο που βαδίζουν.
Α! τα χρόνια τα παλιά
βαριά φορτία φεύγαν για την Αμέρικα.
Του Κατσαρού ανεμίζουνε τα κατσαρά μαλλιά του, καθώς
κοιτάζει αντίθετα προς τη γενέτειρά του.
Του φέρνει ο άνεμος στ' αυτιά τραγούδια αγαπημένα,
τα 'παιξε στην κιθάρα του, τα 'δωσε και σε μένα.
Α! απ' την Αμερική
μαζί με τη Μαρίκα, το Δούσια, τον Κωστή.
Και σαν το κουρελόβαρκο αδειάσει στο λιμάνι,
θα τους στοιβάξουν στη σειρά οι ξένοι πολισμάνοι. Άλλοι
θα 'χουν τον τρόπο τους και θα ευδοκιμήσουν
κι άλλοι ως να πεθάνουνε τη δίψα δεν θα σβήσουν.
Α! στην Αμερική,
Ελλάδα σαν αγριόχορτο φύτρωσες και κει.
toixo-toixo.blogspot.com